Τόσο έχει διευρυνθεί η έννοια του ψυχολογικού θρίλερ στις μέρες μας που για μεγάλη μερίδα σινεφίλ ψυχολογικό θρίλερ είναι οποιαδήποτε ταινία έχει σασπένς που δεν γεννιέται από μεταφυσική πηγή και άνευ gore. Αν θέλουμε να εξηγήσουμε σε κάποιον τι σημαίνει ψυχολογικό θρίλερ, μία από τις πρώτες ταινίες που θα τον παραπέμψουμε είναι το πολανσκικό Repulsion. Από την πρώτη σκηνή, όπου το κέντρο αισθητικής στο οποίο εργάζεται η Κατρίν Ντενεβ παρουσιάζεται σαν νεκροτομείο και η ηλικιωμένη πελάτισσά της σαν πτώμα, καταλαβαίνουμε ότι κάτι δεν πάει καλά. Σύντομα διαπιστώνουμε πως η αφήγηση είναι υποκειμενική. Όσα παρακολουθούμε, τα βιώνουμε μέσα από το βλέμμα της ηρωίδας. Άλλωστε το δηλώνει με το «καλημέρα» ο Πολάνσκι – το πλάνο που συνοδεύει τους τίτλους αρχής είναι ένα κοντινό στο μάτι της Ντενέβ.

 

Aν, όπως έγραφε ο κριτικός Ντέιβιντ Έρενσταϊν σε δοκίμιό του για τον Πολωνό σκηνοθέτη, στις περισσότερες ταινίες του οι εφιάλτες τροφοδοτούν τον πόθο, εδώ συμβαίνει το αντίστροφο: ο πόθος γεννά εφιάλτες. Το τραυματικό παρελθόν της ηρωίδας και οι ανοιχτές πληγές της σεξουαλικής κακοποίησης που (μάλλον) υπέστη οδήγησαν στην «αποστροφή» του τίτλου, που σχετίζεται ισόποσα με τη σεξουαλικότητά της και με το ανδρικό φύλο. Το διαμέρισμα, χάρη σε ένα «ενοχλητικό» μουσικό score, μια σειρά από εξπρεσιονιστικά εφέ και μακάβρια ευρήματα σαν εκείνο το αξέχαστο με τα χέρια που προβάλλουν μέσα από τους τοίχους, αποκτά απόκοσμες διαστάσεις, μετατρέπεται σε έναν ζωντανό, απειλητικό χαρακτήρα, έτοιμο να καταβροχθίσει την ηρωίδα. 

 

Με την παραισθησιογόνα ατμόσφαιρά του και την εύθραυστη ερμηνεία της Ντενέβ, το Repulsion είναι από τις ταινίες που κατάφεραν να αποτυπώσουν αποτελεσματικά όσο λίγες τη γυναικεία εμπειρία μέσα στην αστική ζούγκλα και ανάμεσα στα αρσενικά «αρπακτικά» που τη λυμαίνονται. Ο τρόμος και η αγωνία του πηγάζουν κατά κύριο λόγο από την (εύλογα) κλονισμένη ψυχολογία του κεντρικού χαρακτήρα που καλείται να επιβιώσει εκεί μέσα και, από αυτήν τη σκοπιά, το φιλμ αποτελεί την πλατωνική ιδέα του ψυχολογικού θρίλερ.